Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀκατάπαυστος
ἀκατάστατος
ἀκατάσχετος
ἀκαταφρόνητος
ἀκατάψευστος
ἀκάτιον
ἄκατος
ἄκαυστος
ἀκαχίζω
ἀκαχμένος
ἀκέλευστος
ἀκέντητος
ἄκεντρος
ἀκέομαι
ἀκέραιος
ἀκεραύνωτος
ἀκέρδεια
ἀκερδής
ἀκέρκιστος
ἄκερκος
ἀκερματία
View word page
ἀκέλευστος
ἀκέλευστος unbidden, Trag., Plat.

ShortDef

unbidden

Debugging

Headword:
ἀκέλευστος
Headword (normalized):
ἀκέλευστος
Headword (normalized/stripped):
ακελευστος
IDX:
1031
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1031
Key:
a)ke/leustos

Data

{'content': 'ἀκέλευστος\n unbidden, Trag., Plat.', 'key': 'a)ke/leustos'}