Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐκπρέπω
ἔκπρησις
ἐκπρίασθαι
ἐκπρίω
ἐκπρόθεσμος
ἐκπροθυμέομαι
ἐκπροΐημι
ἐκπροκαλέομαι
ἐκπροκρίνω
ἐκπρολείπω
ἐκπρορέω
ἐκπροτιμάω
ἐκπροφεύγω
ἐκπροχέω
ἐκπτερύσσομαι
ἐκπτήσσω
ἐκπτοέω
ἐκπτύω
ἐκπυνθάνομαι
ἐκπυρόω
ἐκ
View word page
ἐκπρορέω
ἐκπρορέω fut. -ρεύσομαι to flow forth from, Anth.
ShortDef
to flow forth from
Debugging
Headword:
ἐκπρορέω
Headword (normalized):
ἐκπρορέω
Headword (normalized/stripped):
εκπρορεω
IDX:
10299
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n10302
Key:
e)kprore/w
Data
{'content': 'ἐκπρορέω\n fut. -ρεύσομαι\n to flow forth from, Anth.', 'key': 'e)kprore/w'}