Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐκπειράομαι
ἐκπέλει
ἐκπέμπω
ἔκπεμψις
ἐκπεπαίνω
ἐκπεπληγμένως
ἐκπεπταμένως
ἐκπεραίνω
ἐκπέραμα
ἐκπεράω
ἐκπερδικίζω
ἐκπέρθω
ἐκπερίειμι
ἐκπεριπλέω
ἐκπερισσῶς
ἐκπέρυσι
ἐκπετάννυμι
ἐκπετήσιμος
ἐκπέτομαι
ἐκπεύθομαι
ἐκπηδάω
View word page
ἐκπερδικίζω
ἐκπερδικίζω fut. σω πέρδιξ to escape like a partridge, Ar.
ShortDef
to escape like a partridge
Debugging
Headword:
ἐκπερδικίζω
Headword (normalized):
ἐκπερδικίζω
Headword (normalized/stripped):
εκπερδικιζω
IDX:
10238
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n10241
Key:
e)kperdiki/zw
Data
{'content': 'ἐκπερδικίζω\n fut. σω\n πέρδιξ\n to escape like a partridge, Ar.', 'key': 'e)kperdiki/zw'}