Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνεκποτέα
συνεκπράσσομαι
συνέκπτωμα
συνεκπυρόω
συνεκραίνω
συνεκρέω
συνεκροφέω
συνεκσάττω
συνεκστρατεύω
συνεκσῴζω
συνεκτανύω
συνεκταπεινόω
συνεκτάσσω
συνεκτείνω
συνεκτελέω
συνεκτέμνω
συνεκτέον
συνεκτήκω
συνεκτίθημι
συνεκτιθηνέομαι
συνεκτικός
View word page
συνεκτανύω
συνεκ-τᾰνύω,
A). = συνεκτείνω , Hp. Art. 57 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συνεκτανύω
Headword (normalized):
συνεκτανύω
Headword (normalized/stripped):
συνεκτανυω
IDX:
99982
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99983
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνεκ-τᾰνύω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">συνεκτείνω</span> , <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg010.perseus-grc1:57" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg010.perseus-grc1:57/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hp.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Art.</span> 57 </a>.</div> </div><br><br>'}