Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνεκδιδάσκω
συνεκδίδωμι
συνέκδικος
συνέκδοτος
συνεκδοχή
συνεκδοχικός
συνεκδρομή
συνεκδρομικῶς
συνεκδύομαι
συνεκζέω
συνεκθειάζω
συνεκθερμαίνω
συνεκθέω
συνεκθηλύνω
συνεκθλίβω
συνεκθνῄσκω
συνεκκαίδεκα
συνεκκαίω
συνεκκαλέομαι
συνεκκάμνω
συνέκκειμαι
View word page
συνεκθειάζω
συνεκ-θειάζω,
A). join in placing among the gods, Plu. 2.492d .


ShortDef

join in placing among the gods

Debugging

Headword:
συνεκθειάζω
Headword (normalized):
συνεκθειάζω
Headword (normalized/stripped):
συνεκθειαζω
IDX:
99913
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99914
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνεκ-θειάζω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">join in placing among the gods</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.492d </span>.</div> </div><br><br>'}