Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνεκβράσσω
συνεκδαπανάω
συνεκδέχομαι
συνεκδημέω
συνεκδημητικός
συνεκδημία
συνέκδημος
συνεκδιαφορέομαι
συνεκδιδάσκω
συνεκδίδωμι
συνέκδικος
συνέκδοτος
συνεκδοχή
συνεκδοχικός
συνεκδρομή
συνεκδρομικῶς
συνεκδύομαι
συνεκζέω
συνεκθειάζω
συνεκθερμαίνω
συνεκθέω
View word page
συνέκδικος
συνέκ-δῐκος, ,
A). fellow-ἔκδικος, Inscr.Prien. 111.129 (i B.C.), Supp.Epigr. 4.230 (Mylasa).


ShortDef

fellow

Debugging

Headword:
συνέκδικος
Headword (normalized):
συνέκδικος
Headword (normalized/stripped):
συνεκδικος
IDX:
99905
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99906
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνέκ-δῐκος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">fellow</span>-<span class="foreign greek">ἔκδικος</span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Inscr.Prien.</span> 111.129 </span> (i B.C.), <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Supp.Epigr.</span> 4.230 </span> (Mylasa).</div> </div><br><br>'}