Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνεκβιβάζω
συνεκβιόω
συνεκβλύζω
συνεκβοάω
συνεκβοηθέω
συνεκβόσκομαι
συνεκβράσσω
συνεκδαπανάω
συνεκδέχομαι
συνεκδημέω
συνεκδημητικός
συνεκδημία
συνέκδημος
συνεκδιαφορέομαι
συνεκδιδάσκω
συνεκδίδωμι
συνέκδικος
συνέκδοτος
συνεκδοχή
συνεκδοχικός
συνεκδρομή
View word page
συνεκδημητικός
συνεκδημ-ητικός, , όν,
A). fond of going abroad together, name of a play by Ion, Poll. 2.88 .


ShortDef

fond of going abroad together

Debugging

Headword:
συνεκδημητικός
Headword (normalized):
συνεκδημητικός
Headword (normalized/stripped):
συνεκδημητικος
IDX:
99899
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99900
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνεκδημ-ητικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">fond of going abroad together</span>, name of a play by Ion, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0542.tlg001:2:88" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0542.tlg001:2.88/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Poll.</span> 2.88 </a>.</div> </div><br><br>'}