Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνδιαπέτομαι
συνδιαπήγνυμαι
συνδιαπίπτω
συνδιαπλάσσω
συνδιαπλέκω
συνδιαπλέω
συνδιαπνέω
συνδιαπολεμέω
συνδιαπονέω
συνδιαπορέω
συνδιαπορθμεύομαι
συνδιαπράσσω
συνδιαρθρόω
συνδιαρκέω
συνδιαρράπτω
συνδιαρρέω
συνδιασείω
συνδιασήπω
συνδιασκοπέω
συνδιασπάω
συνδιαστέλλω
View word page
συνδιαπορθμεύομαι
συνδια-πορθμεύομαι,
A). cross over by ferry together, Procop. Goth. 4.20 .


ShortDef

cross over by ferry together

Debugging

Headword:
συνδιαπορθμεύομαι
Headword (normalized):
συνδιαπορθμεύομαι
Headword (normalized/stripped):
συνδιαπορθμευομαι
IDX:
99706
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99707
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνδια-πορθμεύομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">cross over by ferry together</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4029.tlg001:4:20" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4029.tlg001:4.20/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Procop.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Goth.</span> 4.20 </a>.</div> </div><br><br>'}