Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνδιαλυμαίνομαι
συνδιαλύω
συνδιαμάχομαι
συνδιαμένω
συνδιαμνημονεύω
συνδιανέμω
συνδιανήχομαι
συνδιανοέομαι
συνδιαπεραίνω
συνδιαπέτομαι
συνδιαπήγνυμαι
συνδιαπίπτω
συνδιαπλάσσω
συνδιαπλέκω
συνδιαπλέω
συνδιαπνέω
συνδιαπολεμέω
συνδιαπονέω
συνδιαπορέω
συνδιαπορθμεύομαι
συνδιαπράσσω
View word page
συνδιαπήγνυμαι
συνδια-πήγνῠμαι, Pass, f.l. in Sor. 1.115 (ἂν οὖν παγῇ restd. fr. Aët.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συνδιαπήγνυμαι
Headword (normalized):
συνδιαπήγνυμαι
Headword (normalized/stripped):
συνδιαπηγνυμαι
IDX:
99697
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99698
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνδια-πήγνῠμαι</span>, Pass, f.l. in <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0565.tlg001:1:115" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0565.tlg001:1.115/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Sor.</span> 1.115 </a> (<span class="foreign greek">ἂν οὖν παγῇ</span> restd. fr. <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Aët.</span></span>).</div><br><br>'}