Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνδιακονέω
συνδιάκονος
συνδιακόπτω
συνδιακοσμέω
συνδιακρίνω
συνδιακτορέω
συνδιάκτορος
συνδιακυβερνάω
συνδιαλαμβάνω
συνδιαλέγομαι
συνδιάληψις
συνδιαλλάσσω
συνδιαλυμαίνομαι
συνδιαλύω
συνδιαμάχομαι
συνδιαμένω
συνδιαμνημονεύω
συνδιανέμω
συνδιανήχομαι
συνδιανοέομαι
συνδιαπεραίνω
View word page
συνδιάληψις
συνδιά-ληψις, εως, ,
A). joint consideration, M.Ant. 1.10 .


ShortDef

joint consideration

Debugging

Headword:
συνδιάληψις
Headword (normalized):
συνδιάληψις
Headword (normalized/stripped):
συνδιαληψις
IDX:
99685
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99686
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνδιά-ληψις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">joint consideration</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0562.tlg001:1:10" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0562.tlg001:1.10/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">M.Ant.</span> 1.10 </a>.</div> </div><br><br>'}