Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνδιαβάλλω
συνδιαβαπτίζομαι
συνδιαβαστάζω
συνδιαβιβάζω
συνδιαβρέχω
συνδιαγίγνομαι
συνδιαγιγνώσκω
συνδιαγνωμονέω
συνδιάγω
συνδιαγωγή
συνδιαδέχομαι
συνδιαδίδωμι
συνδιαζώννυμι
συνδιαθερμαίνω
συνδιαθέω
συνδιαιρέω
συνδιαίρω
συνδιαιτάομαι
συνδιαίτημα
συνδιαίτησις
συνδιαιτητής
View word page
συνδιαδέχομαι
συνδια-δέχομαι,
A). receive together, Aristid. Or. 36(48).84 .


ShortDef

receive together

Debugging

Headword:
συνδιαδέχομαι
Headword (normalized):
συνδιαδέχομαι
Headword (normalized/stripped):
συνδιαδεχομαι
IDX:
99658
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99659
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνδια-δέχομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">receive together</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0284.tlg001.perseus-grc1:36(48).84" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0284.tlg001.perseus-grc1:36(48).84/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Aristid.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Or.</span> 36(48).84 </a>.</div> </div><br><br>'}