Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνδαμιοργός
συνδάμναμαι
συνδανείζομαι
συνδαπανάω
συνδασύνω
συνδαυχναφόρος
συνδεαίνω
συνδεδεμένως
συνδέδια
συνδείκνυμι
συνδεινόω
συνδειπνέω
συνδείπνιον
σύνδειπνον
σύνδειπνος
συνδεκαδίζω
συνδεκάζω
συνδενδρία
συνδενδρόομαι
σύνδενδρος
συνδέομαι
View word page
συνδεινόω
συνδεινόω,
A). make terrible along with, φράσις τῇ τῶν πραγμάτων -ουμένη σκυθρωπότητι Eust. 1711.51 .


ShortDef

make terrible along with

Debugging

Headword:
συνδεινόω
Headword (normalized):
συνδεινόω
Headword (normalized/stripped):
συνδεινοω
IDX:
99613
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99614
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνδεινόω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">make terrible along with</span>, <span class="quote greek">φράσις τῇ τῶν πραγμάτων -ουμένη σκυθρωπότητι</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:1711:51" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:1711.51/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Eust.</span> 1711.51 </a> .</div> </div><br><br>'}