Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συναριθμέω
συναρίθμησις
συναριθμητέον
συναρίθμ
συνάριθμος
συναριστάω
συναριστεύω
συνάριστος
συναρκέομαι
συναρμογή
συναρμόζω
συναρίθμοξα
συναρμολογέω
συναρμονιάω
σύναρμος
συνάρμοσις
συναρμοστέον
συναρμοστής
συναρμοστικός
συναρμοττόντως
συναρμόττω
View word page
συναρμόζω
συναρμόζω, Att. συνᾰριθμ-όττω Pl. Ti. 32b , etc.: Dor. aor.


ShortDef

to fit together

Debugging

Headword:
συναρμόζω
Headword (normalized):
συναρμόζω
Headword (normalized/stripped):
συναρμοζω
IDX:
99499
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99500
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συναρμόζω</span>, Att. <span class="orth greek">συνᾰριθμ-όττω</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0059.tlg031:32b" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0059.tlg031:32b/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Pl.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Ti.</span> 32b </a>, etc.: Dor. aor. </div><br><br>'}