Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνανοιμώζω
συνανορθόω
Συνανουβιασταί
συνανταίρω
συναντάω
συναντή
συνάντημα
συνάντησις
συναντιάζω
συναντιβάλλω
συναντίζω
συναντίθεσις
συναντιλαμβάνομαι
συναντιμεσουρανέω
συνάντισμα
συναντλέω
συνάντομαι
συνανύτω
συνανύω
συνάξιμος
συναξιόω
View word page
συναντίζω
συναντίζω, in 1 sg. fut. -ιῶ,
A). = συναντάω , Aq. Mi. 2.8 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συναντίζω
Headword (normalized):
συναντίζω
Headword (normalized/stripped):
συναντιζω
IDX:
99329
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99330
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συναντίζω</span>, in 1 sg. fut. <span class="foreign greek">-ιῶ,</span> <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">συναντάω</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Aq.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Mi.</span> 2.8 </span>.</div> </div><br><br>'}