Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνανακυλίομαι
συνανακύπτω
συναναλαμβάνω
συναναλάμπω
συναναληψία
συναναλίσκω
συναναλογέομαι
συναναλύω
συναναμαλάσσω
συναναμείγνυμι
συναναμέλπω
συνανάμιγος
συναναμιμνήσκω
συνανάμιξις
συναναμίσγω
συνανανεόομαι
συναναξηραίνω
συναναπάλλομαι
συναναπαύομαι
συναναπείθω
συναναπέμπω
View word page
συναναμέλπω
συνανα-μέλπω,
A). sound with, sing with, Ael. NA 11.1 .


ShortDef

sound with, sing with

Debugging

Headword:
συναναμέλπω
Headword (normalized):
συναναμέλπω
Headword (normalized/stripped):
συναναμελπω
IDX:
99236
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99237
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνανα-μέλπω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">sound with, sing with</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0545.tlg001:11:1" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0545.tlg001:11.1/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Ael.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">NA</span> 11.1 </a>.</div> </div><br><br>'}