Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συνανακεράννυμαι
συνανακεφαλαιόω
συνανακηρύσσω
συνανακινδυνεύω
συνανακινέω
συνανακίρνημι
συνανακλίνομαι
συνανακομίζω
συνανακόπτω
συνανακράω
συνανακρίνω
συνανακυκλέομαι
συνανακυλίομαι
συνανακύπτω
συναναλαμβάνω
συναναλάμπω
συναναληψία
συναναλίσκω
συναναλογέομαι
συναναλύω
συναναμαλάσσω
View word page
συνανακρίνω
συνανα-κρίνω [ῑ],
A). examine together with, Arist. Fr. 447 .


ShortDef

examine together with

Debugging

Headword:
συνανακρίνω
Headword (normalized):
συνανακρίνω
Headword (normalized/stripped):
συνανακρινω
IDX:
99224
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99225
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνανα-κρίνω</span> <span class="pron greek">[ῑ]</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">examine together with</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg051:447" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg051:447/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Arist.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Fr.</span> 447 </a>.</div> </div><br><br>'}