Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συναναδέχομαι
συναναδίδωμι
συναναδίπλωσις
συναναζεύγνυμι
συναναζέω
συναναζητέω
συναναζωπυρέω
συναναθεματίζω
συναναθλέω
συναναθρηνέω
συναναθυμιάομαι
συναναίρεσις
συναναιρέω
συνανακαθαίρω
συνανακάμπτω
συνανάκειμαι
συνανακεράννυμαι
συνανακεφαλαιόω
συνανακηρύσσω
συνανακινδυνεύω
συνανακινέω
View word page
συναναθυμιάομαι
συνανα-θῡμιάομαι, Pass.,
A). to be burnt together, Arist. Pr. 907a38 .


ShortDef

to be burnt together

Debugging

Headword:
συναναθυμιάομαι
Headword (normalized):
συναναθυμιάομαι
Headword (normalized/stripped):
συναναθυμιαομαι
IDX:
99208
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99209
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνανα-θῡμιάομαι</span>, Pass., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">to be burnt together</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg036:907a:38" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg036:907a.38/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Arist.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Pr.</span> 907a38 </a>.</div> </div><br><br>'}