Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συναλητεύω
συνάλθομαι
συναλιάζω
συναλίζω1
συναλίζω2
συναλίσγομαι
συναλίσκομαι
συναλιφή
συναλλαγή
συνάλλαγμα
συναλλαγματικός
συναλλαγματογραφία
συναλλαγματογράφος
συναλλακτέομαι
συναλλακτεύω
συναλλακτής
συναλλακτικός
συνάλλαξις
συναλλάσσω
συναλλοιόω
συναλλοίωσις
View word page
συναλλαγματικός
συναλλ-αγμᾰτικός, , όν,
A). of or for contracts, Sch. Th. 1.77 .


ShortDef

of or for contracts

Debugging

Headword:
συναλλαγματικός
Headword (normalized):
συναλλαγματικός
Headword (normalized/stripped):
συναλλαγματικος
IDX:
99146
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99147
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συναλλ-αγμᾰτικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">of</span> or <span class="tr" style="font-weight: bold;">for contracts</span>, Sch.<a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc1:1:77" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc1:1.77/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Th.</span> 1.77 </a>.</div> </div><br><br>'}