Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀντιδιδάσκω
ἀντιδίδωμι
ἀντιδιέξειμι
ἀντιδιεξέρχομαι
ἀντιδιεσταλμένως
ἀντιδιηγέομαι
ἀντιδιήγησις
ἀντιδιΐστημι
ἀντιδικάζομαι
ἀντιδικέω
ἀντιδίκησις
ἀντιδικία
ἀντίδικος
ἀντιδικτάτωρ
ἀντιδιορίζω
ἀντιδιορύσσω
ἀντιδίσκωσις
ἀντιδοκέω
ἀντιδόκιον
ἀντιδομή
ἀντιδοξάζω
View word page
ἀντιδίκησις
ἀντιδῐ/κ-ησις, εως, ,=sq., Gloss.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀντιδίκησις
Headword (normalized):
ἀντιδίκησις
Headword (normalized/stripped):
αντιδικησις
IDX:
9901
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-9902
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀντιδῐ/κ-ησις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>,=sq., <span class="title" style="font-style: italic;">Gloss.</span> </div><br><br>'}