Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
συναγανακτέω
συναγανάκτησις
συναγαπάω
συναγγέλλω
συνάγγελος
συναγγία
συναγείρω
συναγελάζομαι
συναγελασμός
συναγελαστικός
συναγελισμός
συναγερμός
συναγέσκεο
συναγιάζω
συναγινέω
συνάγκεια
σύναγκος
συναγλαΐζω
σύναγμα
συναγνεύω
συναγνοέω
View word page
συναγελισμός
συνᾰγελ-ισμός
,
ὁ
,
A).
=
-ασμός
,
Hippod.
ap.
Stob.
4.1.94
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
συναγελισμός
Headword (normalized):
συναγελισμός
Headword (normalized/stripped):
συναγελισμος
IDX:
99007
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-99008
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συνᾰγελ-ισμός</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">-ασμός</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hippod.</span> </span> ap.<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Stob.</span> 4.1.94 </span>.</div> </div><br><br>'}