Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συμπληθύνω
συμπληθύω
συμπλημμελέω
σύμπληξις
συμπλήρης
συμπληρόω
συμπλήρωμα
συμπληρωματικῶς
συμπλήρωσις
συμπληρωτικός
συμπλήσσομαι
συμπλοϊκός
συμπλοκή
σύμπλοκος
σύμπλοος
σύμπνευσις
συμπνευσμός
συμπνέω
συμπνιγής
συμπνίγω
συμπνοή
View word page
συμπλήσσομαι
συμπλήσσομαι, Med., ἡ ζωτικὴ δύναμις πρὸς ἐλάχιστον συμπληξαμένη


ShortDef

reduced

Debugging

Headword:
συμπλήσσομαι
Headword (normalized):
συμπλήσσομαι
Headword (normalized/stripped):
συμπλησσομαι
IDX:
98732
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-98733
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συμπλήσσομαι</span>, Med., <span class="foreign greek">ἡ ζωτικὴ δύναμις πρὸς ἐλάχιστον συμπληξαμένη</span> <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">reduced</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0667.tlg001:407" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0667.tlg001:407/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Marcellin.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Puls.</span> 407 </a>.</div> </div><br><br>'}