Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σύμπλανος
συμπλασις
συμπλάσσω
συμπλαστεύω
συμπλαταγέω
συμπλέγδην
σύμπλεγμα
συμπλείονες
συμπλεκής
συμπλέκτειρα
συμπλεκτέον
συμπλεκτικός
σύμπλεκτος
συμπλέκω
σύμπλεξις
σύμπλεος
σύμπλευρος
συμπλέω
συμπληγάς
συμπλήγδην
συμπληθύνω
View word page
συμπλεκτέον
συμπλεκ-τέον,
A). one must mix, μέλιτι γάλα Sor. 1.87 .


ShortDef

one must mix

Debugging

Headword:
συμπλεκτέον
Headword (normalized):
συμπλεκτέον
Headword (normalized/stripped):
συμπλεκτεον
IDX:
98712
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-98713
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συμπλεκ-τέον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">one must mix</span>, <span class="quote greek">μέλιτι γάλα</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0565.tlg001:1:87" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0565.tlg001:1.87/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Sor.</span> 1.87 </a> .</div> </div><br><br>'}