Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συμπεριέρχομαι
συμπεριέχω
συμπεριζώννυμαι
συμπεριθέω
συμπεριίπταμαι
συμπεριίσταμαι
συμπερικινέω
συμπερικλείω
συμπερικομίζω
συμπεριλαμβάνω
συμπεριλύω
συμπερινοέω
συμπερινοστέω
συμπεριοδεύω
συμπεριπατέω
συμπεριπέτομαι
συμπεριπίπτω
συμπεριπλανάομαι
συμπεριπλέκω
συμπεριπλέω
συμπεριπλοκή
View word page
συμπεριλύω
συμπερι-λύω,
A). release, dub.l. in POxy. 259.25 (i A.D.).


ShortDef

release

Debugging

Headword:
συμπεριλύω
Headword (normalized):
συμπεριλύω
Headword (normalized/stripped):
συμπεριλυω
IDX:
98637
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-98638
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συμπερι-λύω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">release</span>, dub.l. in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">POxy.</span> 259.25 </span> (i A.D.).</div> </div><br><br>'}