Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συμπαίκτωρ
συμπαίσδεν
συμπαιστής
συμπαίστωρ
συμπαίω
συμπαιωνίζω
συμπαλαίω
Συμπανέλληνες
συμπανηγυρίζω
συμπανηγυρισταί
συμπανουργέω
σύμπαντι
συμπαρά
συμπαραβαδίζω
συμπαραβύω
συμπαραγγέλλω
συμπαραγίγνομαι
συμπαράγω
συμπαραδηλόω
συμπαραδίδωμι
συμπαραθέω
View word page
συμπανουργέω
συμπᾰνουργέω,
A). play the knave along with, τινι Plu. 2.64c .


ShortDef

play the knave along with

Debugging

Headword:
συμπανουργέω
Headword (normalized):
συμπανουργέω
Headword (normalized/stripped):
συμπανουργεω
IDX:
98493
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-98494
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συμπᾰνουργέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">play the knave along with</span>, <span class="itype greek">τινι</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.64c </span>.</div> </div><br><br>'}