Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συμβολαιογράφος
συμβόλαιον
συμβολαιόομαι
συμβόλαιος
συμβολατεύω
συμβολεύς
συμβολεύω
συμβολέω
συμβολή
συμβόλησις
συμβολήτρα
συμβολικός
συμβόλικτρον
συμβολιμαῖος
συμβόλιον
συμβολοκοπέω
συμβολόκοπος
σύμβολον
σύμβολος
συμβολοφύλαξ
συμβόσκομαι
View word page
συμβολήτρα
συμβολ-ήτρα, , perh.
A). a kind of gymnasium, or exchange where contracts were made, Supp.Epigr. 2.509.6 (Crete, v B.C.).


ShortDef

a kind of gymnasium

Debugging

Headword:
συμβολήτρα
Headword (normalized):
συμβολήτρα
Headword (normalized/stripped):
συμβολητρα
IDX:
98298
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-98299
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συμβολ-ήτρα</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, perh. <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">a kind of gymnasium</span>, or <span class="tr" style="font-weight: bold;">exchange where contracts were made,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Supp.Epigr.</span> 2.509.6 </span> (Crete, v B.C.).</div> </div><br><br>'}