Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συκοφαντίας
συκοφαντικός
συκόφαντις
συκοφάντρια
συκοφαντώδης
συκόφασις
συκοφορεῖον
συκοφορέω
συκόφορος
συκόφυλλον
συκχάς
συκώδης
σύκωμα
συκών
συκωρέω
συκωρός
σύκωσις
συκωτικός
συκωτός
σῦλα
συλαγωγέω
View word page
συκχάς
συκχάς, σύκχος,
A). v. συγχίς .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συκχάς
Headword (normalized):
συκχάς
Headword (normalized/stripped):
συκχας
IDX:
98134
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-98135
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συκχάς</span>, <span class="orth greek">σύκχος</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">συγχίς</span> .</div> </div><br><br>'}