Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συκοτράγος
συκοφάγος
συκοφαντέω
συκοφάντημα
συκοφάντης
συκοφαντητέον
συκοφαντητός
συκοφαντία
συκοφαντίας
συκοφαντικός
συκόφαντις
συκοφάντρια
συκοφαντώδης
συκόφασις
συκοφορεῖον
συκοφορέω
συκόφορος
συκόφυλλον
συκχάς
συκώδης
σύκωμα
View word page
συκόφαντις
σῡκόφαντ-ις, ιδος, ,= sq., Suid.
A). s.v. συκίνη μάχαιρα (dub.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συκόφαντις
Headword (normalized):
συκόφαντις
Headword (normalized/stripped):
συκοφαντις
IDX:
98126
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-98127
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σῡκόφαντ-ις</span>, <span class="itype greek">ιδος</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>,= sq., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Suid.</span> </span> <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> s.v. <span class="ref greek">συκίνη μάχαιρα</span> (dub.).</div> </div><br><br>'}