Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
συκολογέω
συκολόγος
συκομάμμας
συκομορέα
συκόμορον
συκόμορος
σῦκον
συκόομαι
συκοπέδιλος
συκόπρωκτος
συκοπώλης
συκοσκόπος
συκοσπαδίας
συκοτραγέω
συκοτραγίδης
συκοτράγος
συκοφάγος
συκοφαντέω
συκοφάντημα
συκοφάντης
συκοφαντητέον
View word page
συκοπώλης
σῡκο-πώλης
,
ου
,
ὁ
,
A).
fig-vendor,
PLille
58ii6
(iii B.C.).
ShortDef
fig-vendor
Debugging
Headword:
συκοπώλης
Headword (normalized):
συκοπώλης
Headword (normalized/stripped):
συκοπωλης
IDX:
98111
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-98112
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σῡκο-πώλης</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">fig-vendor,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">PLille</span> 58ii6 </span> (iii B.C.).</div> </div><br><br>'}