Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
συγχειροπονέω
συγχειροτονέω
συγχειρουργέω
συγχερσεύω
συγχέω
συγχιλίαρχος
συγχίς
συγχόνδρωσις
συγχορδία
σύγχορδος
συγχορεία
συγχορευτής
συγχορεύτρια
συγχορεύω
συγχορηγέω
συγχορηγός
σύγχορος
σύγχορτος
συγχοῦν
συγχράομαι
συγχρηματίζω
View word page
συγχορεία
συγχορ-εία
,
ἡ
,=
συνῳδία
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
συγχορεία
Headword (normalized):
συγχορεία
Headword (normalized/stripped):
συγχορεια
IDX:
97989
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97990
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συγχορ-εία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>,= <span class="foreign greek">συνῳδία</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}