Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συγξενιτεύω
συγξέω
συγξηραίνω
συγξύω
συγχάζω
συγχαίρω
συγχαλάω
συγχαλεπαίνω
συγχαλκεύω
συγχαράσσω
συγχαρητικός
συγχαρτικός
συγχαυνόομαι
συγχειλίαι
συγχειμάζω
συγχειρίζω
συγχειρογραφέω
συγχειροπονέω
συγχειροτονέω
συγχειρουργέω
συγχερσεύω
View word page
συγχαρητικός
συγχᾰρητικός, , όν, = sq., q.v.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συγχαρητικός
Headword (normalized):
συγχαρητικός
Headword (normalized/stripped):
συγχαρητικος
IDX:
97972
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97973
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συγχᾰρητικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, = sq., q.v.</div><br><br>'}