Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συγκυνηγέτης
συγκυνηγέω
συγκυνηγός
συγκυνίζω
συγκύπτης
συγκύπτω
συγκυρέω
συγκύρημα
συγκύρησις
συγκυρία
συγκυρκανάω
συγκυρόω
σύγκυρσις
συγκύρω
συγκωθωνίζομαι
σύγκωλος
συγκωλύω
συγκωμάζω
σύγκωμος
συγκωμῳδέω
συγξαίνω
View word page
συγκυρκανάω
συγκυρκᾰνάω,
A). = συγκυκάω , Epin. 1.8 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συγκυρκανάω
Headword (normalized):
συγκυρκανάω
Headword (normalized/stripped):
συγκυρκαναω
IDX:
97951
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97952
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συγκυρκᾰνάω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">συγκυκάω</span> , <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0454.tlg001:1:8" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0454.tlg001:1.8/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Epin.</span> 1.8 </a>.</div> </div><br><br>'}