Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σύγκτισις
συγκτίστης
συγκτυπέω
συγκυβευτής
συγκυβεύω
συγκυέομαι
συγκυκάω
συγκυκλέω
συγκυκλίζομαι
συγκυκλόομαι
συγκύκλωψ
συγκυλινδέομαι
συγκυλίομαι
συγκυμαίνομαι
συγκυνηγετέω
συγκυνηγέτης
συγκυνηγέω
συγκυνηγός
συγκυνίζω
συγκύπτης
συγκύπτω
View word page
συγκύκλωψ
συγκύκλωψ, ωπος, ,
A). fellow-Cyclops, Eust. 1622.49 (pl.).


ShortDef

fellow-Cyclops

Debugging

Headword:
συγκύκλωψ
Headword (normalized):
συγκύκλωψ
Headword (normalized/stripped):
συγκυκλωψ
IDX:
97936
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97937
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συγκύκλωψ</span>, <span class="itype greek">ωπος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">fellow-Cyclops</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:1622:49" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:1622.49/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Eust.</span> 1622.49 </a> (pl.).</div> </div><br><br>'}