Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συγκτίζω
σύγκτισις
συγκτίστης
συγκτυπέω
συγκυβευτής
συγκυβεύω
συγκυέομαι
συγκυκάω
συγκυκλέω
συγκυκλίζομαι
συγκυκλόομαι
συγκύκλωψ
συγκυλινδέομαι
συγκυλίομαι
συγκυμαίνομαι
συγκυνηγετέω
συγκυνηγέτης
συγκυνηγέω
συγκυνηγός
συγκυνίζω
συγκύπτης
View word page
συγκυκλόομαι
συγκυκλ-όομαι, Med.,
A). encircle completely, Arist. HA 533b22 .


ShortDef

encircle completely

Debugging

Headword:
συγκυκλόομαι
Headword (normalized):
συγκυκλόομαι
Headword (normalized/stripped):
συγκυκλοομαι
IDX:
97935
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97936
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συγκυκλ-όομαι</span>, Med., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">encircle completely</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg014:533b:22" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg014:533b.22/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Arist.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">HA</span> 533b22 </a>.</div> </div><br><br>'}