Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συγκροτούσιος
σύγκρουσις
συγκρουσμός
συγκρουστέον
συγκρουστικός
συγκρουστός
συγκρούω
συγκρύπτω
συγκτάομαι
συγκτερεΐζω
συγκτησείδιον
σύγκτησις
συγκτήτωρ
συγκτίζω
σύγκτισις
συγκτίστης
συγκτυπέω
συγκυβευτής
συγκυβεύω
συγκυέομαι
συγκυκάω
View word page
συγκτησείδιον
συγκτησείδιον or συγ-ίδιον, τό, Dim. of sq., Jul. Ep. 4 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συγκτησείδιον
Headword (normalized):
συγκτησείδιον
Headword (normalized/stripped):
συγκτησειδιον
IDX:
97922
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97923
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συγκτησείδιον</span> or <span class="orth greek">συγ-ίδιον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, Dim. of sq., <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg2003.tlg013:4" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg2003.tlg013:4/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Jul.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Ep.</span> 4 </a>.</div><br><br>'}