Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συγκρέκω
συγκρημνίζω
συγκρητίζω
συγκρητισμός
σύγκριμα
συγκριματικός
συγκριμάτιον
συγκρίνω
συγκρισία
σύγκρισις
συγκριτέον
συγκρίτης
συγκριτικός
σύγκριτος
συγκροτέω
συγκρότημα
συγκρότησις
συγκροτούσιος
σύγκρουμα
συγκρούσιος
συγκροτούσιος
View word page
συγκριτέον
συγκρῐτ-έον,(συγκρίνω)
A). one must compare, Arist. Pol. 1296b24 .


ShortDef

one must compare

Debugging

Headword:
συγκριτέον
Headword (normalized):
συγκριτέον
Headword (normalized/stripped):
συγκριτεον
IDX:
97902
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97903
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συγκρῐτ-έον</span>,(<span class="etym greek">συγκρίνω</span>) <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">one must compare</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg035.perseus-grc1:1296b:24" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg035.perseus-grc1:1296b.24/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Arist.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Pol.</span> 1296b24 </a>.</div> </div><br><br>'}