Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συγκόπτω
συγκοπώδης
συγκορδυλέομαι
συγκορυβαντιάω
συγκόρυφος
συγκορυφόω
συγκορύφωσις
συγκοσμέω
συγκόσμησις
σύγκοσμος
συγκοτταβίζω
συγκουφίζω
συγκραδαίνω
σύγκραμα
συγκραματικός
σύγκρασις
συγκρατέον
συγκρατέω
συγκράτησις
συγκρατικός
σύγκρατος
View word page
συγκοτταβίζω
συγκοττᾰβίζω,
A). play at the cottabos together, Com.Adesp. 586 .


ShortDef

play at the cottabos together

Debugging

Headword:
συγκοτταβίζω
Headword (normalized):
συγκοτταβίζω
Headword (normalized/stripped):
συγκοτταβιζω
IDX:
97880
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97881
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συγκοττᾰβίζω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">play at the cottabos together,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0408.tlg001:586" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0408.tlg001:586/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Com.Adesp.</span> 586 </a>.</div> </div><br><br>'}