Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συγκόλλημα
συγκολλήσιμος
συγκόλλησις
συγκολλητής
σύγκολλος
συγκολυμβάω
συγκομιδή
συγκομίζω
συγκομιστέον
συγκομιστήρια
συγκομιστής
συγκομιστός
συγκομμάτιον
συγκονίομαι
συγκοπή
συγκοπιάτης
συγκοπιάω
σύγκοπος
συγκοπτικός
συγκοπτός
συγκόπτω
View word page
συγκομιστής
συγκομ-ιστής, οῦ, ,
A). gatherer, καρποῦ Id. 1488.59 .


ShortDef

gatherer

Debugging

Headword:
συγκομιστής
Headword (normalized):
συγκομιστής
Headword (normalized/stripped):
συγκομιστης
IDX:
97860
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97861
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συγκομ-ιστής</span>, <span class="itype greek">οῦ</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">gatherer</span>, <span class="quote greek">καρποῦ</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:1488:59" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:1488.59/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Id.</span> 1488.59 </a> .</div> </div><br><br>'}