Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συγκαταθέω
συγκαταθλάω
συγκαταθνῄσκω
συγκαταθύω
συγκαταίθω
συγκαταινέω
συγκάταινος
συγκαταιρέω
συγκαταίρω
συγκαταιτιάομαι
συγκατακαίνω
συγκατακαίω
συγκατακαλύπτω
συγκατάκειμαι
συγκατακεράννυμι
συγκατακλειστέον
συγκατακλείω
συγκατακληρονομέομαι
συγκατακλίνω
συγκατάκλισις
συγκατακοιμίζω
View word page
συγκατακαίνω
συγκατα-καίνω,= συγκατακτείνω, App. BC 4.42 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συγκατακαίνω
Headword (normalized):
συγκατακαίνω
Headword (normalized/stripped):
συγκατακαινω
IDX:
97642
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97643
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συγκατα-καίνω</span>,= <span class="foreign greek">συγκατακτείνω</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0551.tlg017.perseus-grc1:4:42" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0551.tlg017.perseus-grc1:4.42/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">App.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">BC</span> 4.42 </a>.</div><br><br>'}