Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
συγκαταγράφω
συγκατάγω
συγκαταγωγή
συγκαταδαρθάνω
συγκαταδεσμέω
συγκαταδιώκω
συγκαταδουλόω
συγκαταδύνω
συγκατάδυσις
συγκαταζεύγνυμι
συγκαταζῶ
συγκαταθάπτω
συγκατάθεσις
συγκαταθετέον
συγκαταθετικός
συγκαταθετός
συγκαταθέω
συγκαταθλάω
συγκαταθνῄσκω
συγκαταθύω
συγκαταίθω
View word page
συγκαταζῶ
συγκατα-ζῶ
,
A).
spend one's life with
,
τινι
Plu.
2.749e
,
11
29b
.
ShortDef
spend one's life with
Debugging
Headword:
συγκαταζῶ
Headword (normalized):
συγκαταζῶ
Headword (normalized/stripped):
συγκαταζω
IDX:
97626
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97627
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συγκατα-ζῶ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">spend one\'s life with</span>, <span class="itype greek">τινι</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.749e </span>,<span class="bibl"> 11 </span> <span class="bibl"> 29b </span>.</div> </div><br><br>'}