Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συγγραφοδιαθήκη
σύγγραφος
συγγραφοφύλαξ
συγγράφω
συγγυμνάζω
συγγυμνασία
συγγυμναστής
συγγυμνόομαι
συγγυναικονόμος
συγγώνιον
σύγε
συγκαθαγίζω
συγκαθαιρέω
συγκαθαίρω
συγκαθαρεύω
συγκαθαρμόζω
συγκάθεδρος
συγκαθέζομαι
συγκαθείμαρμαι
συγκαθείργω
συγκαθέλκω
View word page
σύγε
σύγε,
A). v. σύ .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σύγε
Headword (normalized):
σύγε
Headword (normalized/stripped):
συγε
IDX:
97555
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97556
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σύγε</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">σύ</span> .</div> </div><br><br>'}