Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συγγνωστός
συγγογγύλλω
συγγομφόω
συγγονή
σύγγονος
σύγγραμμα
συγγραμματεύς
συγγραμματεύω
συγγραμμάτιον
συγγραμματοφύλαξ
συγγραπτέον
συγγραφεύς
συγγραφή
συγγραφία
συγγραφικός
συγγράφιον
συγγραφοδιαθήκη
σύγγραφος
συγγραφοφύλαξ
συγγράφω
συγγυμνάζω
View word page
συγγραπτέον
συγγραπτέον,
A). one must compose, Hp. Vict. 1.1 .


ShortDef

one must compose

Debugging

Headword:
συγγραπτέον
Headword (normalized):
συγγραπτέον
Headword (normalized/stripped):
συγγραπτεον
IDX:
97539
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97540
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συγγραπτέον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">one must compose</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg031:1:1" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg031:1.1/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hp.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Vict.</span> 1.1 </a>.</div> </div><br><br>'}