Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συγγνωμονητέον
συγγνωμονικός
συγγνωμοσύνη
συγγνώμων
συγγνωρίζω
σύγγνωσις
συγγνωστέα
συγγνωστός
συγγογγύλλω
συγγομφόω
συγγονή
σύγγονος
σύγγραμμα
συγγραμματεύς
συγγραμματεύω
συγγραμμάτιον
συγγραμματοφύλαξ
συγγραπτέον
συγγραφεύς
συγγραφή
συγγραφία
View word page
συγγονή
συγγονή, ,= σύστασις, Democr. 137 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συγγονή
Headword (normalized):
συγγονή
Headword (normalized/stripped):
συγγονη
IDX:
97532
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97533
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">συγγονή</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>,= <span class="foreign greek">σύστασις</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0161.tlg001:137" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0161.tlg001:137/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Democr.</span> 137 </a>.</div><br><br>'}