Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

συβόσιον
Σύβοτα
συβότης
συβριάζω
συβριακός
συβριασμός
συβροί
συβωτέω
συβώτης
συβωτικός
συβώτρια
συγγάλακτος
συγγαλακτοτροφέω
συγγαληνιάω
σύγγαμβροι
συγγαμέτης
συγγαμέω
σύγγαμος
συγγανύσκομαι
συγγείτνιος
συγγείτων
View word page
συβώτρια
σῠβώτ-ρια, , fem. of συβώτης, Pl.Com. 211 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συβώτρια
Headword (normalized):
συβώτρια
Headword (normalized/stripped):
συβωτρια
IDX:
97483
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97484
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σῠβώτ-ρια</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, fem. of <span class="foreign greek">συβώτης</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0497.tlg001:211" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0497.tlg001:211/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Pl.Com.</span> 211 </a>.</div><br><br>'}