Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

<ς>τ<ρ>ατή
στρατηγεῖον
στρατηγέτης
στρατηγέω
στρατήγημα
στρατηγητέον
στρατηγία
στρατηγιάω
στρατηγικός
στρατήγιον
Στρατήγιος
στρατηγίς
στρατηγός
στρατηΐη
στρατηλασία
στρατηλατέω
στρατηλάτης
στρατηλατικός
στρατηλάτις
στρατιά
στρατίαρχος
View word page
Στρατήγιος
Στρατήγιος, Dor. στρᾰτηγ-άγιος, epith. of Apollo, IG 12(1).161 (Rhodes, Στρατιαγίου lapis).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Στρατήγιος
Headword (normalized):
στρατήγιος
Headword (normalized/stripped):
στρατηγιος
IDX:
97112
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97113
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">Στρατήγιος</span>, Dor. <span class="orth greek">στρᾰτηγ-άγιος</span>, epith. of Apollo, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IG</span> 12(1).161 </span> (Rhodes, <span class="foreign greek">Στρατιαγίου</span> lapis).</div><br><br>'}