Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

στομοκοπέω
στομοποιέω
στομόω
στομφάζω
στόμφαξ
στομφασμός
στομφαστικός
στομφολογέω
στόμφος
στομφός
στομφόω
στομφώδης
στομώδης
στόμωμα
στομωμάτιον
στόμωσις
στομωτής
στομωτός
στοναχέω
στοναχή
στοναχίζω
View word page
στομφόω
στομφ-όω,
A). brag, Phld. Herc. 1232p.66V.


ShortDef

brag

Debugging

Headword:
στομφόω
Headword (normalized):
στομφόω
Headword (normalized/stripped):
στομφοω
IDX:
97011
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-97012
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">στομφ-όω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">brag</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Phld.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Herc.</span> 1232p.66V. </span> </div> </div><br><br>'}