Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

στοιχειοκράτωρ
στοιχεῖον
στοιχειόω
στοιχειώδης
στοιχείωμα
στοιχειωματικοί
στοιχείωσις
στοιχειωτής
στοιχειωτικός
στοιχειωτός
στοιχευτής
στοιχέω
στοιχηγορέω
στοιχηδίς
στοιχηδόν
στοίχημα
στοιχητέον
στοιχητής
στοιχιαῖος
στοιχίζω
στοιχικός
View word page
στοιχευτής
στοιχ-ευτής, οῦ, , =
A). elementarius, Gloss.


ShortDef

elementarius

Debugging

Headword:
στοιχευτής
Headword (normalized):
στοιχευτής
Headword (normalized/stripped):
στοιχευτης
IDX:
96931
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-96932
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">στοιχ-ευτής</span>, <span class="itype greek">οῦ</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, = <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">elementarius,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> </div> </div><br><br>'}