Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

στεφών
στέψις
στέωμεν
στήγω
στήδην
στηδόν
στηθαῖον
στηθάριον
στήθειος
στηθιαῖος
στηθίας
στηθίδιον
στηθικός
στηθίν
στηθίον
στηθιστήρ
στηθοδέσμη
στηθοειδής
στῆθος
στηθύνιον
στήκω
View word page
στηθίας
στηθ-ίας, ου, , a kind of
A). bird, Hsch.


ShortDef

bird

Debugging

Headword:
στηθίας
Headword (normalized):
στηθίας
Headword (normalized/stripped):
στηθιας
IDX:
96683
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-96684
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">στηθ-ίας</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, a kind of <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">bird</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}