Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

στεφανίς
στεφανίσκος
στεφανίτης
στεφανιτικός
στεφανίων
στεφανοπλόκιον
στεφανοποϊκή
στεφανοποιός
στεφανοπώλης
στέφανος
στεφανοσταύριον
στεφανοῦχος
στεφανοφορέω
στεφανόω
στεφανώδης
στεφάνωμα
στεφανωματικός
στεφάνωσις
στεφανωτής
στεφανωτικός
στεφανωτρίς
View word page
στεφανοσταύριον
στεφᾰνοσταύριον, τό,
A). cross in a wreath, Palestine Exploration Fund Quarterly Statement 1931.67 (Beth Shan).


ShortDef

cross in a wreath

Debugging

Headword:
στεφανοσταύριον
Headword (normalized):
στεφανοσταύριον
Headword (normalized/stripped):
στεφανοσταυριον
IDX:
96656
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-96657
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">στεφᾰνοσταύριον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">cross in a wreath, Palestine Exploration Fund Quarterly Statement</span> <span class="bibl"> 1931.67 </span> (Beth Shan).</div> </div><br><br>'}