Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

στερρός
στερροσώματος
στερρότης
στερρῶνυξ
στερφίνα
στερφόπεπλος
στέρφος
ἔρφος
στερφόω
στέρφωσις
στερφωτήρ
στερχανά
στέρωμα
στεῦμαι
στεφαλίβανος
στεφάνη
στεφανηδόν
στεφανηπλοκέω
στεφανηπλόκια
στεφανήπλοκος
στεφανηφορέω
View word page
στερφωτήρ
στερφ-ωτήρ, ῆρος, ,
A). clad in hides, ς. στρατός Ibyc. 59 .


ShortDef

clad in hides

Debugging

Headword:
στερφωτήρ
Headword (normalized):
στερφωτήρ
Headword (normalized/stripped):
στερφωτηρ
IDX:
96626
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-96627
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">στερφ-ωτήρ</span>, <span class="itype greek">ῆρος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">clad in hides</span>, <span class="quote greek">ς. στρατός</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Ibyc.</span> 59 </span> .</div> </div><br><br>'}