Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
σμῆλαι
σμῆμα
σμηματοδοκίς
σμηματοδόχος
σμηματοθήκη
σμηματοφορεῖον
σμήνη
σμηνηδόν
σμηνίον
σμηνιών
σμηνοδόκος
σμηνοκόμος
σμῆνος
σμηνουργέω
σμηνουργία
σμηνουργός
σμῆξις
σμηρέα
σμηρεύς
σμῆριγξ
σμηρίζω
View word page
σμηνοδόκος
σμηνο-δόκος
,
ον
,
A).
keeping bees,
AP
9.438
(
Phil.
, s.v.l.).
ShortDef
holding a swarm of bees
Debugging
Headword:
σμηνοδόκος
Headword (normalized):
σμηνοδόκος
Headword (normalized/stripped):
σμηνοδοκος
IDX:
95480
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-95481
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σμηνο-δόκος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">keeping bees,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">AP</span> 9.438 </span> (<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Phil.</span></span>, s.v.l.).</div> </div><br><br>'}